Τρίτη 28 Απριλίου 2015

Μητέρες παιδιών με αυτισμό



Για αρκετά χρόνια είχε ενοχοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό για την εμφάνιση του αυτισμού η μητέρα. Χρησιμοποιώντας τον όρο «ψυχρή μητέρα» έγινε αναφορά σε μητέρες που δεν ήταν συναισθηματικά διαθέσιμες κατά το πρώτο έτος στην ανατροφή του παιδιού, με αποτέλεσμα το παιδί να κλειστεί στον εαυτό του και να μην κατορθώσει να αναπτύξει ένα φυσιολογικό δεσμό με τη μητέρα του. 

Στις οικογένειες με παιδιά που έχουν κάποια αναπτυξιακή διαταραχή, όπως ο αυτισμός, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερα αγχογόνες καταστάσεις που βιώνουν και η επίδραση αυτών στις οικογένειες. Σημαντικό ρόλο θεωρείται ότι παίζει η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους γονείς και το παιδί και κυρίως στη σχέση της μητέρας με το παιδί, καθώς αυτή είναι το κεντρικό πρόσωπο που ασχολείται με την καθημερινή φροντίδα και ανάπτυξη του παιδιού (Ναζίρη, 1995). 

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως η συμπεριφορά και η στάση της μητέρας αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα για την εμφάνιση αυτισμού. Αποτελεί απλώς έναν επιβαρυντικό παράγοντα η στάση των γονέων, καθώς το παιδί με αυτισμό έχει ανάγκη από αποδοχή, στήριξη και συναισθηματική ασφάλεια. Το γεγονός ότι δεν εκφράζει τα συναισθήματά του δεν σημαίνει πως δεν έχει ανάγκη από την εκδήλωση συναισθημάτων προς το ίδιο. Κι όσο κάποιες φορές μπορεί να αντιδρά ή να αγνοεί τα συναισθήματα των άλλων, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι σημαντικό να αναζητήσουμε τον κατάλληλο τρόπο για να του τα προσφέρουμε. Σίγουρα έχει ανάγκη από μια συναισθηματική σχέση με τους γονείς του. Χρειάζεται όμως περισσότερο χρόνο και υπομονή ώστε να τους εμπιστευτεί, δοκιμάζει πολύ τους ανθρώπους μέχρι να ανοιχτεί συναισθηματικά. 


Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί με αυτισμό διαφοροποιείται από μια σχέση με ένα παιδί χωρίς αυτισμό, καθώς η σχέση αυτή επηρεάζεται από τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις του παιδιού. Το παιδί με αυτισμό παρουσιάζει άμυνα απέναντι στα εξωτερικά ερεθίσματα, ενώ αποφεύγει και αγνοεί οτιδήποτε εισάγεται στο χώρο του ή στο περιβάλλον του όσον αφορά αντικείμενα ή και ανθρώπους. 

Το παιδί με αυτισμό αναστατώνεται ιδιαίτερα με τα συναισθήματα που του προκαλούν τα πρόσωπα γύρω του, για αυτό και εμφανίζει δυσκολία στις σχέσεις, ξεκινώντας από τη σχέση με τη μητέρα. Επιπλέον, δυσκολεύεται να ενσωματώσει νέα ερεθίσματα στα σχήματα των αισθητηριακών του αναπαραστάσεων που διαθέτει. Αποφεύγει τα άτομα, καθώς σχετίζονται με τη συναισθηματική ζωή, την αλλαγή, τη διέγερση των αισθήσεων και των συναισθημάτων (Συνοδινού, 2001). 


Το παιδί με αυτισμό αποστρέφεται το πρόσωπο της μητέρας και οτιδήποτε συνδέεται με τη μητρική φροντίδα, ενώ αργότερα αποφεύγει και κάθε επαφή και αλληλεπίδραση με ότι είναι ζωντανό. Ο Andre Green στηριζόμενος στις εργασίες του Freud υποστήριξε ότι η συμπεριφορά αυτή του παιδιού με αυτισμό αφορά ένα είδος αντίληψης που δε συνδέεται με τη συνείδηση και αποτελεί ένα σχήμα της αρνητικής ψευδαίσθησης. Τα ερεθίσματα που δέχεται το παιδί μπορεί να είναι τραυματικά για το ίδιο. Το τραυματικό στοιχείο μπορεί να εκφραστεί με συσπάσεις του σώματος ή αποφυγή του βλέμματος, ενώ υπάρχει μια σχέση ανάμεσα στην ενόρμηση και τον τραυματισμό που βιώνει το παιδί. Ακόμη, στο παιδί με αυτισμό η ενόρμηση δε βρίσκει το αντικείμενό της και αυτό οδηγεί σε μια κατάσταση επώδυνης έλλειψης (Συνοδινού, 2001).   


Η μη αναγνώριση του άλλου και συγκεκριμένα η μη αναγνώριση της μητέρας αποτελεί ένα τρόπο άμυνας για τη μη αναγνώρισή του εκ μέρους της μητέρας. Επιπλέον, η μη αναγνώριση του άλλου αποτελεί μια απόπειρα ταύτισης με μια μητέρα που δεν την αναγνωρίζει. «Μια μητέρα που δεν αντικατοπτρίζει το παιδί της, ένα παιδί που δεν αντικατοπτρίζει τη μητέρα του, ένα σβησμένος καθρέφτης μέσα σε έναν άλλο σβησμένο καθρέφτη, στο εσωτερικό ενός άλλου σβησμένου καθρέφτη…» (Συνοδινού, 2001, σ. 18). Αυτός ο τρόπος πρόσληψης και αντίληψης της μητέρας από το παιδί δεν βοηθάει στην ανάπτυξη μιας υγιούς σχέσης. Η συμπεριφορά και οι αντιδράσεις του παιδιού με αυτισμό, αυτή η διαρκής άμυνα που το χαρακτηρίζει εμποδίζει το πλησίασμα με τη μητέρα, τη συναισθηματική αλληλεπίδραση. Το παιδί με αυτισμό αμύνεται απέναντι σε οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί επικίνδυνο για την ψυχική του οικονομία. Αποφεύγοντας την άλλη ζωντανή ύπαρξη, το παιδί με αυτισμό αποφεύγει κάθε ζωντανό στοιχείο που υπάρχει μέσα του, ενώ η αμυντική αυτιστική στάση αποτελεί ένδειξη της αντεπένδυσης απέναντι στη σωματοψυχική εγγραφή της επαφής με τη μητέρα (Συνοδινού, 2001).

Επιπλέον, στη συμβίωση της μητέρας με το παιδί με αυτισμό υπάρχει μια αμοιβαία αδιαφορία. Η μητέρα απομακρύνεται συναισθηματικά από το παιδί, ενώ το παιδί απομακρύνεται συναισθηματικά από τη μητέρα. Αυτή η απομάκρυνση αποτελεί μια άμυνα σε μια μεγάλη αμοιβαία επένδυση που εάν γινόταν στην πραγματικότητα θα τους έπνιγε. Σε αυτή τη σχέση και οι δύο φαίνεται πως είναι μακριά ο ένας από τον άλλο, τόσο στο χώρο όσο και στην επικοινωνία (Συνοδινού, 2001).

Το παιδί με αυτισμό νιώθει τρόμο για πράξεις και δραστηριότητες που απαιτούν τη συναισθηματική εμπλοκή καθώς και για κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Δεν μπορεί να αναπτύξει ένα υγιή δεσμό με τη μητέρα, καθώς αποφεύγει εξωτερικά ερεθίσματα, αποστρέφεται πρόσωπα και αποφεύγει την επαφή και την αλληλεπίδραση. Το παιδί με αυτισμό είναι συναισθηματικά απόν και μη διαθέσιμο. Αυτό όμως δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει τη ζεστασιά, την τρυφερότητα και τη θερμότητα από την πλευρά της μητέρας. Το παιδί με αυτισμό έχει ανάγκη από μια συναισθηματικά διαθέσιμη και παρούσα μητέρα κι ας μην μπορεί να διαχειριστεί αυτά που νιώθει. Ένα είναι σίγουρο: ΝΙΩΘΕΙ…


Βιβλιογραφία
Ναζίρη, Δ. (1995). Πατέρας και παιδί με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με Ειδικές Ανάγκες (Τόμ. Α’), (σσ. 156- 162). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Συνοδινού, Κ. (2001). Ο παιδικός αυτισμός. Θεραπευτική προσέγγιση. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτης.

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Τα παιδιά και η επίδραση της οθόνης



Τάμπλετ και λάπτοπ, κινητά και τηλεοράσεις υπάρχουν μέσα στην καθημερινή μας ζωή και καταλαμβάνουν ένα μέρος της καθημερινότητάς μας. Χρήσιμα τεχνολογικά μέσα, τα οποία όμως, έχουν και αρνητικές επιδράσεις. Εστιάζοντας όμως στα παιδιά, που έχουν έναν εγκέφαλο που βρίσκεται υπό ανάπτυξη, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αλλά και να προβληματιστούμε σχετικά με το ποιες είναι οι επιδράσεις που έχει η οθόνη. Πόσο καλό κάνει στα παιδιά να βρίσκονται μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή ή τάμπλετ, πόσο ωφέλιμη είναι μια δραστηριότητα σε τέτοιου είδους μέσα;


Τα παιδιά γοητεύονται από την εικόνα και συχνά κάθονται αρκετά ήσυχα όταν βρίσκονται μπροστά σε μια οθόνη, είτε για να παρακολουθήσουν κάτι είτε για να παίξουν παιχνίδια. Επίσης, τα παιδιά από μόνα τους δεν έχουν το μέτρο και την αίσθηση του ορίου. Όσες ώρες κι αν αφήσουμε ένα παιδί στον υπολογιστή θα ζητάει ακόμη περισσότερο. Αυτό δεν ισχύει για παιδιά που δεν τ’ αρέσει ιδιαίτερα ο υπολογιστής και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Όμως, είναι ελάχιστα αυτά τα παιδιά, καθώς τα περισσότερα παιδιά προσελκύονται από την μαγεία της εικόνας. 


Τα παιδιά, λοιπόν, που απαιτούν από τους γονείς τους και κερδίζουν όλο και περισσότερο χρόνο καθημερινά μπροστά σε μια οθόνη χάνουν το αίσθημα του κορεσμού και νιώθουν την ανάγκη για όλο και περισσότερο χρόνο, με αποτέλεσμα να περνούν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους μπροστά σε μια οθόνη, χωρίς καμία εμπλοκή, χωρίς καμία αλληλεπίδραση, χωρίς κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον. Η οθόνη σου δίνει την εντύπωση της επαφής, της επικοινωνίας, της αλληλεπίδρασης και της ανταλλαγής, όμως, στην πραγματικότητα το παιδί απλά βρίσκεται μπροστά σε μια οθόνη που οι εικόνες αλλάζουν διαρκώς και με τόσο γρήγορο ρυθμό, που ένας μη ολοκληρωμένος και ώριμος εγκέφαλος δυσκολεύεται να παρακολουθήσει. 


Τα μικρά παιδιά που περνούν χρόνο μπροστά στον υπολογιστή έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ζάλη, ανησυχία, έντονη κούραση, ασυνάρτητη ομιλία και μειωμένο λεξιλόγιο, αδυναμία συγκέντρωσης σε δραστηριότητες και συναισθηματικά ξεσπάσματα. Πρόκειται για συμπεριφορές που μοιάζουν με στοιχεία εξάρτησης σε μεγαλύτερες ηλικίες. Θα πρέπει όμως να σκεφτούμε τη σημαντική αρνητική επίδραση που έχουν οι έντονες εικόνες για μεγάλο χρονικό διάστημα στον ελλιπώς διαμορφωμένο και ανώριμο εγκέφαλο των μικρών παιδιών. Το βασικό χαρακτηριστικό της οθόνης είναι ότι η γρήγορη εναλλαγή εικόνων οδηγεί σε μη συνειδητοποίηση του χρόνου που περνά το παιδί μπροστά στην οθόνη, με αποτέλεσμα να καλλιεργούνται στοιχεία εξάρτησης. Τα παιδιά χωρίς να το συνειδητοποιούμε περνούν αρκετό χρόνο μπροστά σε μια οθόνη: υπολογιστές, οθόνες κινητών τηλεφώνων, τηλεοράσεις, τάμπλετ, ηλεκτρονικά παιχνίδια… Η λύση δεν είναι να εξαφανίσουμε κάθε μέσο νέας τεχνολογίας από το σπίτι, απλά να βάλουμε όρια, που θα προσφέρουν στο παιδί μια καλύτερη ανάπτυξη, απελευθερώνοντάς το από το πλαίσιο της οθόνης. 

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Αυξάνονται οι φόβοι όσο μεγαλώνουμε;



Φόβοι και φοβίες στην τρίτη ηλικία


Το άτομο από τη στιγμή που συνειδητοποιεί το πόσο εύθραυστος και ευάλωτος είναι, εμφανίζει διάφορους φόβους γα τον εαυτό του και τη ζωή του. Η εδραίωση αυτών των φόβων και η επιμονή τους στο χρόνο μπορεί να μετατρέψει τους φόβους σε φοβίες, που ακολουθούν το άτομο σε κάθε στιγμή και βήμα στη ζωή του. Όσο μεγαλώνουμε τόσο πιο πολύ νιώθουμε ότι βρίσκεται σε κίνδυνο η υγεία μας και η σωματική μας ακεραιότητα, με αποτέλεσμα να αναπτύσσουμε περισσότερες αρνητικές σκέψεις. 


Τι φοβόμαστε όμως όταν φτάνουμε στην τρίτη ηλικία;
Μεταξύ των πιο συχνών φόβων των ατόμων της τρίτης ηλικίας είναι η μοναξιά, η απώλεια της ανεξαρτησίας και αυτονομίας, η απώλεια της σωματικής και πνευματικής υγείας, ο θάνατος του/ της συζύγου ή άλλων μελών της οικογένειας, ο θάνατος του ίδιου του ατόμου, η ανικανότητα να ανταπεξέλθουν στις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, η απομόνωση και η περιθωριοποίηση, η οικονομική εξάρτηση και ο πόνος.  Οι φόβοι αυτοί εξαρτώνται από τις δεδομένες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες του ατόμου, την οικογενειακή κατάσταση και γενικότερα τις συνθήκες της ζωής του. Παίζει σημαντικό ρόλο τι είδους συναισθηματικές σχέσεις έχει αναπτύξει το άτομο μέσα στο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον και κατά πόσο υπάρχει ένα υποστηρικτικό δίκτυο.

Κάποιοι από τους φόβους εδραιώνονται και μετατρέπονται σε φοβίες, που είναι ένας παράλογος φόβος ο οποίος μας κυριεύει και μας δημιουργεί την αίσθηση ότι δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Το ερέθισμα που μας προκαλεί φόβο μας προκαλεί έντονα σωματικά, γνωστικά, συμπεριφορικά και συναισθηματικά συμπτώματα. Οι σκέψεις όταν κάτι μας προκαλεί φόβο είναι ότι θα πάθουμε κάτι κακό και θα μείνουμε μόνοι και αβοήθητοι, φτάνοντας στο θάνατο. 

Πίσω από μια φοβία υπάρχει η απώλεια του ελέγχου –δεν θα μπορέσω με κάποιο τρόπο να αντιδράσω και να παρέμβω- και η πρόκληση θανάτου –θα πεθάνω-. Μεγαλοποιούμε αρκετά στο μυαλό μας το φόβο και νιώθουμε τελείως αβοήθητοι. Όταν χρησιμοποιήσουμε τη λογική καταλαβαίνουμε ότι ο φόβος είναι υπερβολικός και οι αντιδράσεις μας το ίδιο, ωστόσο, όταν μας κυριεύει ο φόβος δεν μπορούμε να αντιδράσουμε λογικά. Έτσι, προτιμούμε να αποφεύγουμε τις καταστάσεις ή τα αντικείμενα που φοβόμαστε. Μ’ αυτό τον τρόπο όμως μεγαλώνουμε ακόμη περισσότερο την απόσταση από αυτό που φοβόμαστε και το κάνουμε να φαντάζει ακόμη πιο τρομαχτικό στο μυαλό μας. 


Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις φοβίες που έχουμε θα πρέπει να ερχόμαστε σε επαφή με αυτά που φοβόμαστε, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει το πώς νιώθουμε για τον εαυτό μας και πόσο αποδεχόμαστε και συμβιβαζόμαστε με την ηλικία μας, τις δυνάμεις και τις αδυναμίες μας.

Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Τα οφέλη της συγχώρεσης



Γιατί η συγχώρεση είναι ανώτερη από την τιμωρία.
Ηράκλειτος

 
Συγχωρώ σημαίνει αφήνω πίσω αυτό που έγινε και δεν ασχολούμαι με αυτόν που με έβλαψε. Δεν συγχωρώ γιατί το αξίζει ο άλλος, δεν με ενδιαφέρει καν αν το αξίζει ή όχι…

Συγχωρώ για να  μπορέσω να απελευθερωθώ από τα τραύματα του παρελθόντος, να επουλώσω πληγές και να κλείσω μέσα μου μισοτελειωμένες καταστάσεις. Συγχωρώ για μένα και όχι για τον άλλο, συγχωρώ για τη δική μου ψυχική ηρεμία και ισορροπία.

Συγχωρώ τον άλλο σημαίνει ότι ταυτόχρονα αναγνωρίζω ότι κι εγώ μπορεί να κάνω λάθη, να βρεθώ στη θέση του άλλου, να συμπεριφερθώ όπως ο άλλος… Κι έτσι συγχωρώ και τον εαυτό μου για λανθασμένες επιλογές που έκανε.
Συγχωρώ δεν σημαίνει ανέχομαι τον άλλο και τις συμπεριφορές του. Σημαίνει ότι απελευθερώνομαι από όσα βίωσα και ένιωσα, από όσα κάποιος μου προκάλεσε αλλά τώρα αποτελούν παρελθόν και θα πρέπει να τα αφήσω στο παρελθόν. Επομένως, συγχωρώ σημαίνει το αφήνω πίσω μου και προχωρώ… το τακτοποιώ μέσα μου και δεν ασχολούμαι πλέον μ’ αυτό. Δεν επηρεάζει τη ζωή μου, τα συναισθήματά μου, τον τρόπο που σκέφτομαι και λειτουργώ. Το παρελθόν δεν επηρεάζει το παρόν μου και δεν βαραίνει τις σκέψεις μου και την καρδιά μου.


Η συγχώρεση πραγματοποιείται στο μυαλό μας. Δεν έχει να κάνει με τον άλλο. Είναι η απελευθέρωση του μυαλού μας και των σκέψεων μας από μια κατάσταση ή έναν άνθρωπο, η απελευθέρωση από τον πόνο που μας προκαλεί η συγκεκριμένη κατάσταση.


Όταν κάτι μας έχει πληγώσει πολύ και έχει αφήσει μια μεγάλη πληγή μέσα μας μπορεί ποτέ να μην μπορέσουμε να επουλώσουμε την πληγή, όμως, μπορούμε να συγχωρέσουμε. Η συγχώρεση δεν αλλάζει το παρελθόν αλλά διευκολύνει το μέλλον, μας απαλλάσσει από αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις, μας απαλλάσσει από πόνους και απογοητεύσεις, από το μίσος και την κακία, από την οργή και τη μνησικακία.

Η συγχώρεση μας απαλλάσσει από την πικρία και μας απελευθερώνει από το παρελθόν. Επομένως, είτε επιλέγουμε να παραμείνουμε κολλημένοι στο παρελθόν και να νιώθουμε έντονα αρνητικά συναισθήματα είτε επιλέγουμε να συγχωρήσουμε και να αποδεσμευτούμε από το παρελθόν, να εστιάσουμε στο παρόν και να προσανατολιστούμε στο μέλλον. Όταν επιλέγουμε τη συγχώρεση, αφήνουμε πίσω μας οδυνηρές καταστάσεις και προχωρούμε… Είναι μια πρόκληση που αξίζει να δοκιμάσουμε…


«Να αγαπάω πέρα από κάθε αδιαφορία. Να πονάω ακόμα κι όταν έχω χάσει τα πάντα. Να δουλεύω χαρούμενη ακόμα και μέσα σε πάσης φύσεως εμπόδια. Να τείνω το χέρι ακόμα κι όταν βρίσκομαι στην απόλυτη μοναξιά και εγκατάλειψη.
Να στεγνώσω τα δάκρυά μου ακόμα κι όταν κλαίω με λυγμούς. Να πιστεύω ακόμα κι όταν δεν με πιστεύουν».
“Ας γίνει έτσι. Θα γίνει έτσι”.
Paulo Coelho
Η συγχώρεση έρχεται μόνο όταν καταφέρνουμε να ταυτιστούμε με τους άλλους και να παραδεχτούμε ότι έχουμε κι εμείς αδυναμίες και την ίδια δυνατότητα να κάνουμε λάθη. Όλοι κατηγορούν τη μνήμη τους, κανείς δεν κατηγορεί την κρίση του.
Leo Buscaglia