Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Ο ύπνος και τα όνειρα στα παιδιά



Στην προσχολική ηλικία τα παιδιά παρουσιάζουν δυσκολία κυρίως στο να αποκοιμηθούν, ενώ στη σχολική ηλικία εμφανίζουν κυρίως άρνηση να πάνε για ύπνο, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν περισσότερο χρόνο για παιχνίδι ή επειδή θέλουν να μιμηθούν τους ενήλικες. Κάποια παιδιά εμφανίζουν και φόβους σχετικά με το σκοτάδι, τα τέρατα κάτω από το κρεβάτι ή και έντονο άγχος αποχωρισμού από τους γονείς τους, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να πάνε στο κρεβάτι τους μακριά από τους γονείς τους. Σημαντικό ρόλο παίζει η στάση και οι απαιτήσεις των γονέων. Πρέπει να σεβαστούμε τους ρυθμούς του παιδιού, χωρίς να του προκαλούμε άγχος και πίεση, αλλά από την άλλη πρέπει το παιδί να κατανοήσει ότι υπάρχει ένα πρόγραμμα που το ακολουθούμε. Είναι σημαντικό να τηρούμε κάποια όρια, που είναι απαραίτητα ώστε το παιδί να νιώθει ασφάλεια και να αναπτύσσεται σωστά. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά είναι σχετικά εύκολο να υιοθετήσουν συνήθειες και σταθερές σχετικά με τον ύπνο, όπως να πηγαίνουν την ίδια ώρα κάθε βράδυ στο κρεβάτι τους. Ωστόσο, κάποια παιδιά χρειάζονται τους γονείς μέχρι να κοιμηθούν ή όταν ξυπνάνε πηγαίνουν στο κρεβάτι των γονιών τους. Ακόμη, μπορεί να εμφανίζουν έντονο άγχος κατά τη διάρκεια του ύπνου, επειδή φοβούνται να μένουν μόνα τους στο δωμάτιο ή επειδή φοβούνται το σκοτάδι. Ορισμένα παιδιά βρέχουν το κρεβάτι τους, μιλούν στον ύπνο τους, κινούνται υπερβολικά στο κρεβάτι τους ή αλλάζουν και τοποθεσίες μέσα στο σπίτι, τρίζουν τα δόντια τους ή ξυπνούν μέσα στη νύχτα κλαίγοντας ή ουρλιάζοντας. Τα προβλήματα αυτά είναι πιο κοινά στα παιδιά μικρότερης ηλικίας και σε μεγάλο βαθμό αναμένεται πως μεγαλώνοντας το παιδί θα αρχίσει να τα ξεπερνάει (Owens et al., 2000).     

Ακόμη, ανάλογα με το παιδί μπορούμε να ακολουθούμε μια συγκεκριμένη διαδικασία πριν πάει το παιδί για ύπνο. Το παιδί δεν μπορεί από μόνο του να χαλαρώσει και να ηρεμήσει, για αυτό θα πρέπει να βρουν οι γονείς τρόπους να χαλαρώσει και να μπορέσει να αποφορτιστεί από τις εντάσεις που βίωσε μέσα στην ημέρα. Λίγη συζήτηση σε μεγαλύτερα παιδιά ή το διάβασμα ενός παραμυθιού σε μικρότερα παιδιά μπορεί να είναι τρόποι χαλάρωσης, που το παιδί δεν μπορεί να επιλέξει μόνο του. Ένα παιδί που θα πάει για ύπνο με υπερένταση έχει αρκετές πιθανότητες να έχει ταραγμένο ύπνο. 

Ο ταραγμένος ύπνος και γενικότερα οι διαταραχές ύπνου στα παιδιά ενδέχεται να συνυπάρχουν με διαταραχές, όπως είναι το Σύνδρομο Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (Corkum et al., 1998. Gruber et al., 2000), ενώ κοινές θεωρούνται και στα παιδιά με σοβαρές μαθησιακές διαταραχές (Wiggs & Stores, 1996).Επίσης, οι διαταραχές ύπνου στα παιδιά συνδέονται με ημικρανίες και πονοκεφάλους, καθώς έχει βρεθεί πως ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών που υποφέρουν από ημικρανίες εμφανίζει υψηλά ποσοστά διαταραχών ύπνου (Miller et al., 2003).


Τα όνειρα και οι εφιάλτες προέρχονται από τον κόσμο του ασυνείδητου, εκεί όπου είναι καταγεγραμμένα τα πάντα και επιτρέπουν απωθημένες επιθυμίες και αγωνίες, απαγορευμένες σκέψεις και φαντασιώσεις. Τα όνειρα είναι χρήσιμα καθώς μας βοηθάνε να επιλύσουμε συγκρούσεις και να ξεπεράσουμε προβλήματα που δεν μπορούμε να το κάνουμε όταν είμαστε ξύπνιοι. Στα παιδιά είναι σημαντικό να μην αγνοήσουμε, να μην κοροϊδέψουμε ή να μην υποτιμήσουμε τa όνειρα που μας εξιστορούν. Από την άλλη όμως δεν θα πρέπει ούτε να υπερτιμήσουμε το όνειρο του παιδιού. Μπορούμε να του εξηγήσουμε ότι όλοι βλέπουμε όνειρα που μπορεί να είναι ευχάριστα ή τρομακτικά. Τα όνειρα μπορεί να είναι μια αφορμή να συζητήσουμε με το παιδί τους φόβους του, τα πράγματα που το απασχολούν.
Το παιδί τρομάζει περισσότερο από έναν εφιάλτη καθώς δεν μπορεί πάντα να διακρίνει το πραγματικό από το φανταστικό. Οι εφιάλτες είναι μια απειλή της επιβίωσης και της ασφάλειας του παιδιού κι εκείνη τη στιγμή έχει ανάγκη από το γονιό. Οφείλονται σε αγχώδεις ή συναισθηματικά τραυματικές εμπειρίες στη ζωή του ατόμου. Ξεκινούν στην ηλικία των 3-6 ετών και αρχικά σχετίζονται με την τιμωρία ή την εγκατάλειψη. Ένα παιδί βλέπει εφιάλτες όταν είναι αγχωμένο, ανήσυχο ή νιώθει ανασφάλεια. Οι εφιάλτες είναι πιο συχνοί σε παιδιά που αποχωρίζονται τις μητέρες τους. Ωστόσο, πολλές φορές οι εφιάλτες των παιδιών χρησιμοποιούνται και για να προκαλέσουν την προσοχή του γονιού. Έρευνα σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας διαπίστωσε πως τα παιδιά που βλέπουν εφιάλτες έχουν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα άγχους σε σύγκριση με τα υπόλοιπα παιδιά (Mindell & Barrett, 2002).

Οι νυχτερινοί τρόμοι προκαλούν μεγαλύτερη εντύπωση στο περιβάλλον, καθώς το παιδί φωνάζει, ουρλιάζει, παλεύει και φαίνεται πολύ τρομοκρατημένο. Ωστόσο, είναι εντελώς κοιμισμένο και βρίσκεται στη φάση του βαθύ ύπνου, κι έτσι δεν διατηρεί καμία ανάμνηση για αυτό. Οι νυχτερινοί τρόμοι τις περισσότερες φορές αφορούν πολύ μικρά παιδιά. Οι γονείς θα πρέπει να παραμείνουν ήρεμοι και να ξαναβάλουν το παιδί στο κρεβάτι, στη συνηθισμένη του θέση, χωρίς να το ξυπνήσουν.



Βιβλιογραφία
Corkum, P., Tannock, R., & Moldofsky, H. (1998). Sleep disturbances in children with attention deficit/ hyperactivity disorder. Journal of the American Academy of Child & Adolescent Psychiatry, 37 (6), 637- 646.
Gruber, R., Sadeh, A., & Raviv, A. (2000). Instability of sleep patterns in children with attention- deficit/ hyperactivity disorder. Journal of American Academy of Child & Adolescent Psychiatry, 39 (4), 495- 501.
Miller, V.A., Palermo, T.M., Powers, S.W., Scher, M.S., & Hershey, A.D. (2003). Migraine headaches and sleep disturbances in children. Headache: The Journal of Head and Face Pain, 43 (4), 362- 368.
Mindell, A., & Barrett, K.M. (2002). Nightmares and anxiety in elementary- aged children: Is there a relationship? Child: Care, Health and Development, 28 (4), 317- 322.
Owens, J.A., Spirito, A., McGuinn, M., & Nobile, C. (2000). Sleep habits and sleep disturbance in elementary school- aged children. Developmental and Behavioral Pediatrics, 21 (1), 27-34.
Wiggs, L., & Stores, G. (1996). Severe sleep disturbance and daytime challenging behaviour in children with severe learning disabilities. Journal of Intellectual Disability Research, 40 (6), 518- 528.

1 σχόλιο:

  1. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, η αϋπνία στην παιδική και εφηβική ηλικία, εκτός του ότι επηρεάζει την απόδοση των παιδιών, σχετίζεται επίσης και με αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης, παχυσαρκίας, κατάχρησης αλκοόλ και επιθετικότητας στην ενήλικη ζωή τους. Η ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια ύπνου για τα παιδιά κυμαίνεται από 14 ώρες για τα βρέφη έως 9 ώρες για τους εφήβους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή