Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Τα χαρισματικά παιδιά


Τα άτομα συγκεντρώνουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τους διαφοροποιούν και συνιστούν την μοναδικότητα της προσωπικότητάς τους. Ανάμεσα στα άτομα παρουσιάζονται διαφορές ως προς την προσωπικότητα, τις ικανότητες και τις επιδόσεις τους. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια άτομα που ξεχωρίζουν από όλα τα υπόλοιπα καθώς παρουσιάζουν αυξημένες ικανότητες και επιδόσεις και χαρακτηρίζονται από χαρισματικότητα. Όλοι οι άνθρωποι έχουν χαρίσματα και ο καθένας έχει τα δικά του διαφορετικά και ξεχωριστά χαρίσματα. Ο όρος ‘χαρισματικότητα’ αναφέρεται σε πολλά χαρίσματα και σε αυξημένο βαθμό, που συγκεντρώνουν κάποια άτομα. Πρόκειται για διαφορετικές ανάγκες και ικανότητες που συνδέονται με την υψηλή νοημοσύνη και άλλες ιδιαίτερες ικανότητες του ατόμου. 
 
Τα χαρισματικά παιδιά παρουσιάζουν ορισμένα στοιχεία που τα διακρίνουν από τα υπόλοιπα παιδιά. Η διαφοροποίηση αυτή φαίνεται πως αρχίζει να γίνεται αντιληπτή από τα ίδια τα παιδιά από μικρή κιόλας ηλικία, καθώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι όπως όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Τα χαρισματικά παιδιά προχωρούν με πιο γρήγορους ρυθμούς, παρουσιάζουν αρκετά υψηλές επιδόσεις σε κάποιους τομείς, ενώ είναι υποχρεωμένα να παρακολουθήσουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν ανταποκρίνεται και δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους. 

Στην κοινωνία μέσα στην οποία ζουν τα χαρισματικά παιδιά παρατηρείται η τάση οτιδήποτε ξεφεύγει από την ομοιομορφία και διαφέρει να περιθωριοποιείται κιόλας, με αποτέλεσμα να μην δίνεται το ενδιαφέρον που πρέπει στα χαρισματικά παιδιά, ούτε να εφαρμόζονται εκπαιδευτικά προγράμματα που θα στοχεύουν στην κάλυψη των αυξημένων αναγκών τους και απαιτήσεών τους. Είναι σημαντικό να υπάρχει ευαισθητοποίηση και κατανόηση των ιδιαίτερων γνωστικών, κοινωνικών και συναισθηματικών αναγκών των παιδιών, έμφαση στην κάλυψη αυτών των αναγκών και αποδοχή των ατόμων από το περιβάλλον τους.

Οι αναφορές στα χαρισματικά άτομα δεν είναι μόνο σύγχρονες, καθώς ιστορικά το ενδιαφέρον για τα χαρισματικά άτομα τοποθετείται στην αρχαία Ελλάδα, όπου φαίνεται πως αναγνωρίζονται και αξιοποιούνται οι ατομικές διαφορές. Συγκεκριμένα, στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα αναφέρεται ότι δύο άτομα δεν γεννιούνται τελείως όμοια, αλλά από τη φύση τους είναι διαφορετικά, με αποτέλεσμα το κάθε άτομο να είναι κατάλληλο για διαφορετικό επάγγελμα (Παρασκευόπουλος & Χαραλαμπόπουλος, 1982). Αναφορές σε παιδιά με χαρισματικές ικανότητες έχουν γίνει και στην εποχή του Κομφούκιου όπου συναντάται η υποστήριξη ατόμων με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες και χρησιμοποιείται ο όρος ‘θεϊκά παιδιά’, χαρακτηρίζοντας τα άτομα που είναι ωφέλιμα για το κράτος, τους πολίτες και την οικονομία (Σούλης, 2006). 

Ακόμη, κατά τον 8ο μ.Χ. αιώνα στη Γαλλία, ο αυτοκράτορας Καρλομάγνος εστίασε το ενδιαφέρον του και πίεζε το λαό του να δεχτεί μια συστηματική αγωγή σε παιδιά με πολλά ταλέντα, ενώ θεωρούσε ότι σημαντική ήταν και η υποστήριξη του κράτους (Σούλης, 2006). Η αναζήτηση χαρισματικών και ταλαντούχων παιδιών ήταν παρούσα και στην εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τον 15ο και 16ο αιώνα μ.Χ., όπου εφαρμόστηκε η διδασκαλία ειδικών μαθημάτων στα παιδιά αυτά. 

Σύμφωνα με τους Coleman & Cross (2001) υποστηρίζεται ότι υπήρχαν άτομα που έψαχναν για ταλαντούχα και χαρισματικά παιδιά ανάμεσα στους υποδουλωμένους χριστιανικούς πληθυσμούς και τα έστελναν σε ειδικό σχολείο στην Κωνσταντινούπολη, για να τα εκπαιδεύσουν με βάση την Ισλαμική Θρησκεία, τις επιστήμες και την τέχνη, ενώ απώτερος σκοπός ήταν η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Τουρκικής Αυτοκρατορίας.
Ενδιαφέρον για την ανάδειξη των χαρισματικών παιδιών και στην αξιοποίηση αυτών υπήρξε και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου πρότειναν την εφαρμογή τεστ νοημοσύνης για την αναγνώριση των χαρισματικών παιδιών ώστε  να έχουν δωρεάν εκπαίδευση και την εφαρμογή κατάλληλων εκπαιδευτικών προσεγγίσεων (Hildreth, 1996). 

Ένας από τους πρώτους ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Jefferson ανέφερε ότι ελπίζουν να ωφεληθούν οι ΗΠΑ από τα χαρισματικά παιδιά, τα οποία θα πρέπει να εκμεταλλευτούν σωστά. Επίσης, ο ίδιος υποστήριξε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, ανεξάρτητα από τα πολιτικά ή κοινωνικά τους δικαιώματα, για αυτό θα πρέπει και όλοι να έχουν ίσες ευκαιρίες. Η εκπαίδευση θα πρέπει να απευθύνεται σε όλα τα παιδιά, καθώς όλα τα παιδιά θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν τις δεξιότητες που έχουν (Steinberg, 1996).

Η ανάπτυξη της έννοιας της νοημοσύνης και η ευρεία εφαρμογή των τεστ νοημοσύνης οδήγησε στην αύξηση του ενδιαφέροντος για τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά. Ο Galton ανέπτυξε την έννοια της νοημοσύνης και αναφέρθηκε στα γενικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τα ευφυή άτομα από τα άτομα με χαμηλότερα επίπεδα νοημοσύνης, υποστηρίζοντας ότι αυτά είναι η ενέργεια και η ευαισθησία. Τα πιο έξυπνα άτομα είναι πιο ευαίσθητα στα ερεθίσματα που δέχονται από το περιβάλλον (Πασσάκος, 1998).

Η έννοια της χαρισματικότητας φαίνεται πως είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ευφυΐα και την νοημοσύνη, για αυτό κατασκευάστηκαν τεστ νοημοσύνης. Τα άτομα που συγκέντρωναν υψηλά σκορ στα τεστ χαρακτηρίζονταν ως ευφυή και χαρισματικά, ενώ τα άτομα με χαμηλές επιδόσεις χαρακτηρίζονταν ως άτομα με νοητική υστέρηση. Για πολλά χρόνια μοναδικό κριτήριο για τα χαρισματικά παιδιά ήταν ο δείκτης νοημοσύνης. 

Ωστόσο, η έννοια της χαρισματικότητας συνδέεται όχι μόνο με τη νοημοσύνη, αλλά και με χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόμου. η χαρισματικότητα αλληλεπιδρά με τους παράγοντες του σχολικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, που μπορεί να δράσουν ενισχυτικά ή ανασταλτικά στις έμφυτες ικανότητες των μαθητών. Σημαντικό ρόλο παίζει ο προσδιορισμός της χαρισματικότητας και του ταλέντου, ενώ μια βασική έννοια που χρησιμοποιείται και θεωρείται βασική διάσταση της χαρισματικότητας είναι η νοημοσύνη (Σούλης & Φλωρίδης, 2008). Η γενική νοημοσύνη αποτελεί το πρώτο βασικό κριτήριο για τον προσδιορισμό της χαρισματικότητας. Ωστόσο, το ζήτημα της χαρισματικότητας είναι ένα περίπλοκο ζήτημα, στο οποίο εμπλέκονται βιολογικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί και πολιτιστικοί παράγοντες (Ρίζος, 2007).

Χαρισματικά παιδιά χαρακτηρίζονται αυτά που επιδεικνύουν υψηλές ικανότητες ενώ τους παρέχονται οι κατάλληλες ευκαιρίες εκπαίδευσης έτσι ώστε να έχουν την ικανότητα να αναπτύξουν και να εκδηλώσουν τα ταλέντα τους (Gross, 2002). Τα χαρισματικά παιδιά εμφανίζουν υψηλές επιδόσεις σε συγκεκριμένα νοητικά πεδία (Coleman & Gross, 2001), δημιουργικότητα, κίνητρα για υψηλά επιτεύγματα, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και προτιμήσεις. Ο Marland (1992) ανέφερε ότι πρόκειται για παιδιά που έχουν την ικανότητα να πραγματοποιούν με επιτυχία κάθε προσπάθεια και να επιδεικνύουν δυνατότητες σε ένα ή περισσότερους τομείς, που σχετίζονται με τις πνευματικές ικανότητες, τις ακαδημαϊκές επιτυχίες, το καλλιτεχνικό ταλέντο, την τάση για αρχηγικές ικανότητες, τη δημιουργική σκέψη, και την ψυχοκινητική ικανότητα. Ο Gagne (1985) διέκρινε πέντε κύριους τομείς σχετικά με την χαρισματικότητα: τον πνευματικό, το δημιουργικό, τον κοινωνικό, τον συναισθηματικό και τον ψυχοκινητικό τομέα. 

Ένα από τα χαρακτηριστικά των χαρισματικών παιδιών είναι η ενσυναίσθηση. Σύμφωνα με τους Chapman & Chapman (2000) πολλά χαρισματικά παιδιά μπορούν να μπουν στη θέση του άλλου, να κατανοήσουν και να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους και να δώσουν έμφαση σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν άλλα άτομα μέσα στην κοινωνία, ενώ ένα ακόμη στοιχείο τους είναι η ευαισθητοποίηση σε κοινωνικά και ανθρωπιστικά ζητήματα.
Ένα χαρακτηριστικό των χαρισματικών παιδιών που μπορεί να δημιουργήσει και προβλήματα στα παιδιά αυτά είναι η τελειομανία, που οφείλεται στη σύγκρουση που βιώνουν ανάμεσα στην πραγματική και την πνευματική ηλικία (Morelock, 1992). Όταν τα παιδιά βιώνουν και υψηλές απαιτήσεις από το οικογενειακό τους περιβάλλον μπορεί να αισθάνονται άγχος κατά πόσο μπορούν να ανταποκριθούν, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε αυστηρή αυτοκριτική, σε δυσάρεστα συναισθήματα για τον εαυτό τους, ή σε κατάθλιψη (Silverman, 1993).

Επίσης, πρόκειται για παιδιά που χαρακτηρίζονται από ικανότητα οργάνωσης, προγραμματισμό, ολιστική προσέγγιση των προβλημάτων και γενικότερα των πραγμάτων, ικανότητα ανίχνευσης των προβλημάτων, ικανότητα προσαρμογής σε νέες καταστάσεις, ικανότητα χειρισμού ποικίλων καταστάσεων, ικανότητα διατήρησης της επικέντρωσης στο στόχο, ικανότητα θέασης των προβλημάτων από διαφορετικές οπτικές και πλευρές, υψηλή αυτοπεποίθηση, ικανότητα συμμετοχής σε κοινωνικές δραστηριότητες, αναγνώριση λεκτικών και μη λεκτικών μηνυμάτων, επιρροή στη συμπεριφορά των άλλων, ανάπτυξη διαπροσωπικών δεξιοτήτων, συναισθηματική σταθερότητα και ικανότητα εκτέλεσης διαφόρων δραστηριοτήτων (Davis & Rimm, 1994). Άλλα στοιχεία των χαρισματικών παιδιών είναι η ευέλικτη σκέψη, η πρωτοτυπία στις ιδέες, η ευχέρεια, η ανάπτυξη και η αναπροσαρμογή του τρόπου σκέψης, η ευαισθητοποίηση, η περιέργεια, καθώς και η αυτογνωσία. Επίσης, τα χαρισματικά παιδιά έχουν υψηλά επίπεδα δημιουργικής σκέψης και σκέφτονται με έναν αποκλίνοντα τρόπο (Donnell, 2005).

Επιπλέον, τα χαρισματικά παιδιά σκέφτονται και μαθαίνουν με διαφορετικό τρόπο από τα υπόλοιπα παιδιά, θέτουν ερωτήματα, ενώ εμφανίζουν επιμονή όταν ενδιαφέρονται για κάποιο γεγονός, θέμα ή τομέα (Winner, 1996), καθώς και ποικίλα ενδιαφέροντα, ικανότητα για επεξεργασία πληροφοριών, αυξημένη ικανότητα στον ρυθμό των σκεπτόμενων διαδικασιών και σύνθεση και ικανότητα για αντίληψη διαφόρων ασυνήθιστων σχέσεων (Clark, 1988). Επίσης, τα χαρισματικά παιδιά διαθέτουν μια εσωτερική ανάγκη για μάθηση και αναζήτηση, διψούν για μάθηση, ενδιαφέρονται για προκλήσεις και για την εκμάθηση νέων πραγμάτων. Ακόμη, νιώθουν μια εσωτερική ανάγκη που τους καθοδηγεί σε διεύρυνση των γνώσεων (Gross, 2002. Winner, 1996). 

Αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη τα χαρισματικά παιδιά είναι η αποδοχή και η κατανόηση, καθώς και να νιώθουν ότι είναι αποδεκτά και ότι ανήκουν σε παρέες. Επίσης, έχουν ανάγκη να βλέπουν ότι αναγνωρίζονται τα χαρίσματα και τα επιτεύγματά τους (Coleman & Gross, 2000). Η κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των χαρισματικών παιδιών είναι ιδιαίτερα σημαντική ώστε να μπορέσουν να αναπτύξουν την ευτυχία, την ευημερία και την ικανοποίηση από τη ζωή.

Η εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών
Τα χαρισματικά παιδιά έχουν ιδιαίτερες ικανότητες, χρειάζονται, όμως, και ιδιαίτερη αντιμετώπιση από το εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους. στους χαρισματικούς μαθητές θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα πρόσθετων δραστηριοτήτων και εργασιών που θα εμπλουτίζει το πρόγραμμά τους και θα τους δίνει τη δυνατότητα και την ευκαιρία για να αναπτύξουν τη δημιουργικότητα, την ανεξαρτησία και την υπευθυνότητά τους. Ακόμη, τα εκπαιδευτικά προγράμματα για τους χαρισματικούς μαθητές θα πρέπει να στοχεύουν στην αναβάθμιση των μεθόδων διδασκαλίας, στην ανάπτυξη των ικανοτήτων των μαθητών, στην αναζήτηση ενδιαφερόντων και κλίσεων των μαθητών, στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης και δημιουργικότητας, στην ανάπτυξη ενός συστήματος αξιολόγησης των μαθητών, στην διαπραγμάτευση διαφόρων ζητημάτων που θα καλλιεργούν την κοινωνική και συναισθηματική προσαρμογή των παιδιών, στην δυνατότητα των μαθητών να λύνουν προβλήματα και να δίνουν επινοητικές απαντήσεις. Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι σημαντικό να δίνει έμφαση στη διαδικασία της μάθησης, στην σύνδεση των γνώσεων με εμπειρίες, στην παροχή ευκαιριών για αναγνώριση των δυνατοτήτων και των αδυναμιών τους και στην αποφυγή επαναλήψεων (Σούλης & Φλωρίδης, 2008).


Προτείνονται διάφορα προγράμματα που περιλαμβάνουν την επιτάχυνση στην παρακολούθηση των τάξεων, την εγγραφή στο σχολείο σε ηλικία μικρότερη από την οριζόμενη από το νόμο, και την επιτάχυνση του περιεχομένου, της ύλης, των δραστηριοτήτων που του ανατίθενται. Επίσης, προτείνονται πρακτικές που αφορούν την τροποποίηση ή τον εμπλουτισμό της διδακτέας ύλης, την ανάθεση επιπλέον εργασιών, τη λειτουργία ειδικής τάξης για τους χαρισματικούς μαθητές, την ίδρυση εξειδικευμένων σχολείων για χαρισματικούς μαθητές ή την συμμετοχή των χαρισματικών μαθητών στο πρόγραμμα του σχολείου τους και στην παράλληλη παρουσία ειδικού παιδαγωγού (Σούλης & Φλωρίδης, 2008). 

Η ακατάλληλη φοίτηση, η μη κάλυψη των αναγκών τους και ο τρόπος ανάπτυξης των σχέσεων με τα συνομήλικα παιδιά μπορεί να παρουσιάσει προβλήματα στους χαρισματικούς μαθητές (Gross, 2004). Το ακατάλληλο σχολικό περιβάλλον  και η αλληλεπίδραση με τους συμμαθητές μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση κοινωνικών και συναισθηματικών προβλημάτων στους χαρισματικούς μαθητές (Neihart et al., 2002). Υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που κάνουν τους χαρισματικούς μαθητές να εμφανίζουν προβλήματα στο σχολείο καθώς δεν δέχονται καμία υποστήριξη στο σχολείο για τα προβλήματα που εμφανίζουν (Gross, 2004). 

Οι χαρισματικοί μαθητές εμφανίζουν υψηλές ικανότητες και εξαιρετική επίδοση σε έναν ή περισσότερους τομείς και παρουσιάζουν κυρίως εσωτερικά κίνητρα. Για αυτό τα εκπαιδευτικά προγράμματα που θα εφαρμοστούν σε αυτούς τους μαθητές θα πρέπει να μην είναι αυστηρά δομημένα, να χαρακτηρίζονται από ευελιξία, να επιτρέπουν την ενεργητική συμμετοχή στη μάθηση, την ανάπτυξη της δημιουργικότητας, την αύξηση των αντιληπτικών δυνατοτήτων και την αύξηση της αυτονομίας στη μάθηση. Η ανάγκη των ευφυών μαθητών για ευελιξία και αυτονομία στη μάθηση αντικατοπτρίζει την ανάγκη τους για ευκαιρίες προσδιορισμού και επιλογής των μαθησιακών εμπειριών (Morelock, 1992).

Για να είναι επιτυχές και αποτελεσματικό ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που απευθύνεται σε χαρισματικούς μαθητές θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από την αναζήτηση ποικιλίας, την χρήση διαφόρων μετρήσεων αξιολόγησης, μακριά από προκαταλήψεις και στερεότυπα, ευελιξία, αναγνώριση του δυναμικού των μαθητών και χρήση των κινήτρων (Taylor, 2005). Το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να αναζητά πηγές δημιουργικότητας για τα παιδιά (Sternberg & Lubart, 1993).


Βιβλιογραφία
Chapman, J., & Chapman, E. (2000). Open doors to education. Annual Hollingworth Conference. May 2000. Newton, MA.
Clark, B. (1988). Growing up gifted (3rd ed.). Columbus: Charles Merrill.
Coleman, J.L., & Cross, L.T. (2000). Being gifted in school. USA: Prufrock Press, Inc.
Davis, G.A., & Rimm, S.B. (1994). Education of the gifted and talented (3rd ed.). Needham Heights, MA: Allyn and Bacon.
Donnell, P.A. (2005). The relationship between middle school gifted students’ creativity test scores and self- perceptions regarding friendship, sensitivity, and divergent thinking variables. Dissertation Abstracts International Section A: Humanities and Social Sciences. Vol 65 (8-A), 2895.
Gagne, F. (1985). Giftedness and talent. Re- examining a re- examination of the definitions. Gifted Child Quarterly, 29.
Gross, M.U.M. (2002). Gifted children and the gift of friendship. Understanding Our Gifted, 14 (3), 27- 29.
Gross, M.U.M. (2004). Exceptionally gifted children (2nd ed.). London: Routledge Falmer.
Hildreth, G.H. (1996). Introduction to the gifted. New York: McGraw- Hill.
Marland, S.P. (1992). Education of the gifted and talented. Vol. 1: Report to the Congress of the United States (Washington, DC, US Government Printing Office).
Morelock, M.J. (1992). Giftedness: The view from within. Understanding our gifted. Open Space Communications, 4 (3), 11- 15.
Neihart, M., Reis, S.M., Robinson, N.M., & Moon, S.M. (2002). The social and emotional development of gifted children: What do we know? Waco: Prufrock Press.
Παρασκευόπουλος, Ι.Ν., & Χαραλαμπόπουλος, Ι.Ν. (1982). Ψυχολογία ατομικών διαφορών. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
Πασσάκος, Γ.Κ. (1998). Ψυχολογία Ατομικών Διαφορών. Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις.
Ρίζος, Σ. (2007). Χαρισματικά παιδιά και εκπαίδευση. Πρακτικά του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικής και Εκπαίδευσης (ΕΛΛ.Ι.Ε.Π.Ε.Κ.). 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο με θέμα «Σχολείο Ίσο για Παιδιά Άνισα». Αθήνα, 4-6 Μαΐου 2007.
Silverman, L.K. (1993). Counseling the gifted and talented. Denver.
Σούλης, Σ.Γ. (2006). Παιδιά και έφηβοι με υψηλή νοητική λειτουργικότητα και η εκπαίδευσή τους. Αθήνα: Τυπωθήτω, Γιώργος Δάρδανος.
Σούλης, Σ.Γ., & Φλωρίδης, Θ. (2008). Χαρισματικοί και ταλαντούχοι μαθητές: Εντοπισμός, διάγνωση και εκπαιδευτική υποστήριξη. Στο Ε. Τζελέπη- Γιαννάτου (Επιμ.), Θέματα Διαχείρισης Προβλημάτων Σχολικής Τάξης (Τόμ. Β’), (σσ. 82-96). Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Steinberg, L. (1996). Beyond the classroom. New York: Simon & Schuster.
Sternberg, R.J., & Lubart, T.I. (1993). Creative giftedness: A multivariate investment approach. Gifted Child Quarterly, 37(1), 7–38.
Taylor, R. (2005). Cutting-edge strategies and practical classroom techniques for gifted and highly capable students: A differentiated approach. Resource handbook. Bureau of Education and Research (pp. 1–374). Washington: Bellevue.
Winner, E. (1996). Gifted children: Myths and realities. Basic Books.

2 σχόλια:

  1. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ Ο ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΕΙ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟ? ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΑΘΜΙΣΜΕΝΑ ΤΕΣΤ (ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ WISC III) ΠΟΥ ΝΑ ΔΙΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κατάλληλος θα ήταν κάποιος ψυχολόγος ο οποίος ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα. Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν ειδικοί που χορηγούν άλλα ψυχομετρικά εργαλεία εκτός από το WISC.

    ΑπάντησηΔιαγραφή